Powered By Blogger

Παρασκευή 27 Φεβρουαρίου 2009

chapter 1, part 6

Βγήκα έξω στην ταράτσα και χάζευα την θάλασσα, τα φωτάκια απ τα καΐκια που πηγαινοερχόντουσαν , άλλα γρήγορα, άλλα αργά ,σαν πολυάσχολες πυγολαμπίδες μέσα στο σκοτάδι.
Εστίαζα σε ένα απ αυτά ,έκλεινα μια το ένα μάτι και μια το άλλο και χαμογελούσα που μπορούσα να πηγαίνω τα καΐκια μπρος πίσω.
Το παιγνίδι διέκοψε η Βούλα που πήρε τηλέφωνο κι άρχισε τα παράπονα.
“καλά ρε Κωστάκη σου κάναμε τίποτα κακό και μας έχεις γράψει σήμερα; ούτε ένα τηλέφωνο ούτε ένα μήνυμα , τίποτα, μας βαρεθηκες και δεν μας το λες;”
“ ρε μωρό αν σου πω τι μου έχει συμβεί θα καταλάβεις;” της είπα ενώ προσπαθούσα να φτιάξω το σενάριο, και να το κάνω και πιστευτό.
Το παράπονο έγινε ενδιαφέρον “τι έγινε; είσαι καλά;”
“εγώ καλά είμαι, άλλοι δεν είναι” ενώ έψαχνα να βρω τους “άλλους” !
“ για τον Μήτσο έτρεχα” όπου Μήτσος ο εταιρος διαζευγμενος της εταιρειας , ίδια ηλικία με έμενα και κολλητός σε σημείο που να μας προσφωνούν αρραβωνιάρηδες.
“φευγαμε απ την εταιρεία και έπεσε στην σκάλα , τον πήγα στο ΚΑΤ και μετά σπίτι του στο Ν. Ηράκλειο και πριν από λίγο μπήκα σπίτι.”
“αμάν βρε μωρό , σας έχουνε ματιάξει εσάς τους δυο, μια το πόδι μια σκωληκοειδίτιδα, (είχαμε πάει Ρέμο), τι θα γίνει; και τώρα τι θα κάνουμε σήμερα, θα πάμε πουθενά;”
“α μπα δεν το βλέπω, είμαι πτώμα, αν θες αύριο πάμε όπου θες”
“εντάξει άντρα μου, άντε πέσε για ύπνο. Φιλάκια πολλά , σ'αγαπάω”
“καλό ξημέρωμα κουκλί, τα λέμε αύριο”
Βούλα.!!! πιπίνιον ετών 19. Φοιτήτρια στο πανεπιστήμιο Αθηνών από τα Σέρρας.
Κατακτηθείσα προ διμήνου σε μπαράκι oriental και από περιπέτεια μιας νύχτας εξελίχθηκε σε σχέση. Δεν ήταν τύπος γυναίκας που ψάχνει χορηγό, αλλά αυτό που λέμε father figure. Δεν ειχε απογαλακτιστεί πλήρως απ τον μπαμπά και την πληρώνω εγώ τώρα. Αλλά ρε παιδί μου μερικά κορίτσια τα χαίρεσαι ειλικρινά.
Κάθε σαββατοκύριακο έπαιρνε το λεωφορείο και έφτανε καμαρωτή καμαρωτή Ανάβυσσο.
Νοικοκυρά;μαγείρισσα; τι να πρωτοπω! Έκανε κάτι πίτες, πίτες είπα , α πα πα το βρώμικο μυαλό σας, άνοιγε φύλλο με τα χεράκια της. Τα κοκκινιστά της δε , άλλο πράγμα, με έντονο το άρωμα της κανέλας και με μια πλήρη γνώση της χρήσης όλης της γκάμας των γνωστών μπαχαρικών,μπορούσε να κάνει έναν άντρα που ήξερε να φάει ,ορκισμένο οπαδό της.Ειχα σκεφτεί ότι αν ήταν εφτά οκτώ χρονάκια μεγαλύτερη θα το έκανα το απονενοημένο ξανά. Τόσο καλά
Τελικά η επαρχία κρατάει ακόμα τα ήθη και τα έθιμα. Ο άντρας είναι ο πασσας, και έτσι μεγαλώνουν τα κορίτσια τους οι καλές οικογένειες. Όχι εδώ στην Αθήνα που το παίζουν απελευθερωμένες και θέλουν τον άντρα υπήκοο και σκλάβο, των επιθυμιών τους .
Βούλα λοιπόν, η ανηψουλα μου για τις θειτσες της πολυκατοικίας, και η αιτία των πολλών ευχών που έπαιρνα κάθε σαββατοκύριακο από τον κυρ-Φώτη τον συνταξιούχο του ισόγειου , που κάθε φορά που μας έβλεπε ,μαζί γελαγε και ελεγε όλο νόημα “γεια σου άρχοντα”!!

Οφείλω εδώ να πω ότι ήμουν απόλυτα ειλικρινής με το πιπίνιον και του είχα ξεκαθαρίσει ότι μέλλον δεν υπάρχει. Ήμαστε μαζί και περνάμε καλά και όπου πάει.

Δεν είχα υποσχεθεί αγάπες και λουλούδια, ούτε τρελλους έρωτες. Μια πάγια τακτική που ακολουθούσα απ την εποχή που χώρισα,και μακροπρόθεσμα με ειχε δικαιώσει.
Είχα βέβαια πολλές πρώην αλλά και πολλές φίλες γιατί καμία δεν ένοιωσε ποτέ ότι την είχα κοροϊδέψει. Κάποιος κακόβουλος μπορεί να με κατηγορήσει ότι εκμεταλλεύτηκα την επιστήμη μου, ψυχολογία, αλλά αλήθεια πόσο ψυχολόγος χρειάζεται να είσαι, για να μην κοροϊδεύεις τον άλλον;
Μόνο έβλεπα και ξεχώριζα στοιχεία και χαρακτηριστικά που για κάποιον άσχετο προς την επιστήμη θα απαιτούσε παραπάνω χρόνο. Απλά πράγματα.

“που τρέχει ο λογισμός σου;” άκουσα την Λίνα να λέει ερχόμενη προς το μέρος μου, με μια κούπα καφεδάκι , την δίκη της ροζ κούπα, που την έκρυβε στο πάνω ντουλάπι για να μην την χρησιμοποιούν οι εκάστοτε περαστικές απ το σπίτι.
“μπα, μίλαγα με την Βούλα, θα ρθει αύριο”
“ωωωω θαχουμε πιπινοσυναξη πάλι;” είπε και ο Χρήστος που μια φορά ξεχάστηκα και του είχα βάλει γάλα στον καφέ και έκανε λες και του είχα ρίξει παραθείο
“έτσι είπε θα ρθει, και θέλει και έξοδο. Που θα πάμε; ψηνεστε για Λαύριο;”
“θα δούμε, αν ο μικρός πάει στην γιαγιά και στον παππού να κοιμηθεί χωρίς φωνές, κάπου θα πάμε, ρε Κώτσο τρελαίνομαι να την ακούω να λέει αυτό να με φέρεις, να με κάνεις, να με φτιάξεις, πλάκα έχει το μικρο”
“άσε μωρέ το βλαμμενο , πήρε τον λόγο η Λίνα, δεν κοιτάει να τα φτιάξει με κανένα παιδί της ηλικίας της και τάχει μπλέξει με τον παππού”
“αγάπη μου, της απάντησα, το κοριτσάκι είναι φοιτήτρια, άρα έχει έφεση προς την μάθηση, άρα ποιος καταλληλότερος να την μυήσει στα μυστικά της ερωτικής τέχνης και στα κρυμμένα και ανείπωτα μονοπάτια της ηδονής;”
“αυτές τις μαλακίες τους λες και τα χαζευεις; καλά δεν ντρέπεσαι πότε θα κοιτάξεις και λίγο την ζωή σου, αυτά που έλεγες κάτω για πλάκα ,δεν τα παίρνεις λίγο στα σοβαρά να σε παντρεψουμε;”
“Λίνα κορίτσι μου τα πιπίνια είναι το πιο ακριβό ελιξήριο νεότητας για τους σαραντάρηδες. Εσύ δεν μπορείς να το καταλάβεις, αλλά ο Χρησταρας με νοιώθει απόλυτα”
“χα ας γελάσω, αν ο Χρησταρας σου σε καταλαβαίνει απόλυτα, να μας το πει κι εμάς να του ξηγήσω τ'ονειρο,κανόνισε να μου τον χαλάσεις. Δεκαπέντε χρόνια μου'χει πάρει να τον εκπαιδεύσω”
Κι αυτή είναι η αλήθεια. Και για τον Χρήστο και για την Λίνα ήταν η πρώτη και τελευταία σχέση τους. Καρπός του έρωτα τους ο Θωμάς ένας παίδαρος πέντε χρονών που με ειχε ξελογιασει.
“ααα ξέχασα να σας πω πήρε και η Αντα τηλέφωνο, της έκανα λέει εντύπωση.”
“ωπα, για λέει” έκανε ο Χρηστάκης.
“τι να πω Πασσακα μου, το κορίτσι μόνο που της μίλησα δέκα λεπτά ξεχώρισε το αληθινό αρσενικό, τι να λέμε τώρα. Τελειωμένη υπόθεση, είναι τυχερή που δεν θέλω να ανεβάσω τον μέσο όρο, αλλοιως περνάει απ τον πάγκο όποτε θέλω” είπα με μια δόση σιγουριάς και αυτοπεποίθησης που άγγιζε τα όρια της έπαρσης.


“ένα σου λέω και βάλτο καλά στο μυαλό σου. Πάρτο αλλιώς, θα βρεις. Έμενα δεν με νοιάζει, η Αντα είναι δύσκολος χαρακτήρας. Θα την έλεγα ανώριμη για την ηλικία της, αν σου πω τι έχει κάνει θα μείνεις μαλάκας”
¨τι έχει κάνει ρε η κοπελίτσα σκότωσε; τίποτα τσιμπολογήματα θα'κανε και εσύ σαν συντηρητικός που είσαι θα σου ξίνισε”
“ παντρεύτηκε ένα τέλειο παλληκαρι που την κοίταγε στα μάτια. Δεν της έλλειπε τίποτα και στον χρόνο επάνω χώρισε για ένα μικρότερο της, τα τίναξε όλα στον αέρα για τον πιτσιρικά”.
“οπότε, και πήρα ένα ύφος πανηγυρικής δικαίωσης, αγάπες μου έχει δίκιο ο κώτσος. Τα πάντα είναι θέμα πιπινιού, και για τα δυο φύλα. Αστην επάνω μου θα την στρώσω”, είπα γελώντας.
“καλά ρε νούμερο αν καταφέρεις και βγάλεις την Αντα θα σε ταΐζω τζάμπα για ένα μήνα, αλλά μην έρθεις κλαίγοντας μετά. Στο είπα δεν είναι για τα δόντια σου. Και για να τελειώνω γιατί αύριο έχω και ψώνια, στο ξαναλέω μπας και το εμπεδώσεις.
Πάρτο αλλιώς θα βρεις”
“λοιπόν επειδή μου την λες ,βάζουμε ένα στοιχηματακι;” είπα δήθεν θιγμένος.
“αν μέχρι τα γενέθλια μου εικοσιδύο Σεπτέμβρη δεν την έχω, χάνω μπουκαλάκι στον Πλούταρχο. Μόνο μαλάκα ελπίζω να λέει σαν γυναίκα, μην είναι κανένα μπαζο,και δεν μπορώ να το κυκλοφορήσω.
“πάει ρε” είπε και δώσαμε τα χέρια.
“τι γαιδουρια που ήσαστε, βάζετε στοίχημα για γκόμενα και μάλιστα σοι σου. Τι να σου πω κακόμοιρη μου. Καλά αυτός είναι λολοκερκυραιος και θέλει να τις πάρει όλες. Εσύ κατουρογαμούλη που πας;βρήκες παρέα και ξετσουτσούνιασες; αίσχος και ντροπή σας” είπε η Λίνα γελώντας και μάζευε τις κούπες να τις πλύνει για να φύγουν.
“δεν μας είπες τι έγινε με την δουλειά τελικά;”
Τους εξήγησα με λίγα λόγια για το αυριανό ραντεβού της Αντας και δέκα λεπτά αργότερα έκλειναν πίσω τους την πόρτα, και εγώ ξάπλωνα στο στρώμα ανάμεσα στις μαξιλάρες και σκεφτόμουν ότι σε μια βδομάδα θα άρχιζε η δεκαπενθήμερη άδεια μου. Έτσι με πήρε ο ύπνος,ψάχνοντας να βρω πιθανούς προορισμούς..

Τετάρτη 25 Φεβρουαρίου 2009

chapter1,part 5

Η αλήθεια είναι ότι με τα παιδιά είχαμε δέσει σαν αδέρφια και ακόμα καλύτερα.
Όταν είχα μετακομίσει με χαρά αντίκρισα το μαγαζί τους πενήντα μέτρα από την πολυκατοικία μου.
Καθότι έχω ανακηρυχτεί μέγας χορηγός από την ένωση ψητοπωλείων αττικής, φυσικό ήταν να τους επισκεφτώ και να γνωριστούμε.
Πολύ σύντομα έμαθαν τις γαστρονομικές μου ανωμαλίες, και γρήγορα προσάρμοσαν μενού και ωράρια στα γούστα του καλύτερου πελάτη τους.
Το δικό μου μικρο μυστικό ακόμα δεν το ξέρουν. Δεν πήγαινα εκεί μόνο για το φαΐ.
Ήμασταν μια παρέα που πάντα γελούσαμε . Ακόμα και σε σκατά καταστάσεις περνούσαμε τέλεια. Όταν δεν έλειπα ταξίδι φρόντιζα να ήμουν εκεί πριν τις εφτά το απόγευμα για να έχουμε ένα δίωρο μέχρι να αρχίσει η δουλειά. Δεν ξέρω αν έχετε βρει τους τέλειους φίλους, δεν ξέρω αν είσαστε τόσο τυχεροί, εγώ πάντως είμαι σίγουρος ότι δεν υπάρχουν άλλοι για μένα.

Φανταστείτε τώρα ένα ζευγάρι που δουλεύει σε ψητοπωλείο όλο το βράδυ. Μόλις λοιπόν κλείνουν το μαγαζί ποια είναι η πρώτη τους σκέψη;
να πάνε να ξεκουραστούν θα μου πείτε, λογικά σκεπτόμενοι.
ΛΑΘΟΣ. Καθότι ήταν οι μόνοι που είχαν κλειδί απ το σπίτι μου , ανέβαιναν σιγά σιγά για να μην ξυπνήσουν οι γριές , (αααααλλλλο βάσανο κι αυτό, θα βρω ευκαιρία παρακάτω να αναφερθώ στο κεφάλαιο γριές) έφταναν στον πέμπτο απ τις σκάλες , έμπαιναν σπίτι μου , έφτιαχναν γαλλικό και με ξύπναγαν για κουτσομπολιό μέχρι τις τρεις το πρωί.
Πως το καταφέρναμε κάθε μέρα και δεν είχαμε βαρεθεί ποτέ, ακόμα δεν μπορώ να το καταλάβω.
Πολλές φορές ερχόντουσαν και με παρέα.
Γενικά το σπίτι ειχε γίνει πολύ γνωστό σε πολύ μικρο χρονικό διάστημα. Φανταστείτε ένα στούντιο σαρανταπέντε τετραγωνικών , ρετιρέ, που το μισό αντί για τοίχους ειχε τζαμαρία από πάνω μέχρι κάτω. Έβγαινε σε μια ταράτσα εξήντα τετραγωνικών ντυμένη με ξύλο τικ, αυτό που βάζουν στα κότερα, και με θέα μέχρι εκεί που πάει το μάτι σου.
Την κρεβατοκάμαρα σπάνια την χρησιμοποιούσα, είχα ανακαλύψει την ανατολίτικη φιλοσοφία, και είχα βάλει ένα στρώμα υπερδιπλο στο ξύλινο πάτωμα. Το είχα περιτυλιξει με μια πανδαισία χρωματιστών μαξιλαριών σε όλα τα μεγέθη. Σαράντα μαξιλάρια και μαξιλάρες, ναργιλές, κεράκια, και αιθέρια έλαια, όλα αυτά μαζί με το καλοκαιρινό δειλινό πάνω απ το εκκλησάκι του Αγίου Νικολάου, ήταν αρκετά να σε χαλαρώσουν σε υπέρτατο βαθμό.

Εκεί λοιπόν είχα ξαπλώσει περιμένοντας να έρθει το ζεύγος, όταν χτύπησε το κινητό.
“πες μου ότι δεν κοιμήθηκες ακόμα και ότι δεν σε ξυπνάω;”
“Αντα;¨
“ναι εγώ είμαι, ήθελα κάτι να σε ρωτήσω, κάτι που μου έκανε εντύπωση, μπορώ;”
“ τι θα κερδίσω αν απαντήσω σωστά”
“τίποτα, απλά θα ικανοποιήσεις την περιέργεια μιας κοπέλας που κατάφερες να την κάνεις να γελάσει μετά από πολύ καιρό.”
“άσε ρε τα σάπια που χεις πολύ καιρό να γελάσεις. Δεν το πιστεύω, γιατί σήμερα έστω και τηλεφωνικά γνώρισα μια κοπέλα που μου δίνει εντύπωση νικητή και όχι ανθρώπου που τα παρατάει και αν μην τι άλλο αν γελάς έτσι εύκολα με μένα, έχω ελεύθερο το δίωρο δέκα με δώδεκα το βράδυ. Όλα τα άλλα ταχω κλεισμένα γιατί υπάρχουν κι άλλοι πελάτες. Λέγε να το κλείσω για σένα;”
“ δεν το συζητάω καν, δικό μου το δίωρο” είπε, ενώ πρόσεξα ότι ο Χατζηγιάννης πάλι ειχε την τιμητική του.
“οκ, αλλα κάτι ήθελες να με ρωτήσεις, στην διάθεση σας λοιπόν νυχτερινή μου επισκεπτήρια”
“άπλα ήθελα να ρωτήσω αν είσαι πάντα έτσι χειμαρρώδης , αισιόδοξος, και μεταδοτικός; δεν σου κρύβω ότι μου έχεις εξάψει την περιέργεια, και μου έχεις κεντρίσει το ενδιαφέρον”
“μμμμ....πολύ ωραία όλα αυτά βρε κορίτσι μου, αλλα από που προκύπτουν; θέλω να πω ότι δεν πιστεύω να διαφέρω απ τον μέσο όρο, όσο για την στάση μου απέναντι στην ζωή και στον άνθρωπο είναι δεδομένη από χρόνια και συνοψίζεται σε μια λέξη.
Θετική. Πριν από πέντε μήνες έχασα την μητέρα μου, αλλα δεν έχασα και δεν ξέχασα αυτό που πάντα μου έλεγε σε μένα και στα αδέρφια μου. Να βοηθάμε και δίνουμε πάντα ότι μας ζητηθεί αν βέβαια έχουμε. Λεφτά, βοήθεια φιλία, αγάπη, συμπόνοια, γέλιο. Μη ζητάμε ανταλλάγματα ούτε επιστροφή. Η ζωή είναι μια τράπεζα και κάποια στιγμή θα μας τα δώσει πίσω με τόκους.. πιστεύω και προσπαθώ να τηρώ αυτόν τον κανόνα αν και κάποιες φορές έχω προδοθεί, αλλα δεν το βάζω κάτω. Σας κάλυψα ωραία μου κυρία ;”
“Πότε θα τα πούμε να κεράσω καφεδάκι, να σε ευχαριστήσω για την δουλειά; “μου είπε.
“τι θα κάνεις θα κερασεις; πας καλά; άκου να κερασεις. Αϊ κοιμησου τώρα να είσαι φρέσκια αύριο στην συνέντευξη και θα βρεθούμε μην στεναχωριέσαι. Α να μην το ξεχάσω, δεν μιλάς αύριο για λεφτά, θα το πω και στον Βασίλη αυτό το θέμα θα το κανονίσουμε μετά, πόσα παίρνεις τώρα;
¨
“εφταπενήντα”
“οκ. Καλό βράδυ και σε ευχαριστώ που με γνώρισες” είπα και κρατιομουν με το ζόρι να μη γελάσω
“και εγώ, ...τι είπες;” ρώτησε ξαφνικά μόλις συνηδητοποιησε σε τι απάντησε.
“ Άι κοιμησου ρε, όλα θες να τα μαθαίνεις,....καλό σας βράδυ κυρία μου”
¨να σαι καλά βρε Κωστή με έκανες και γέλασα. Καλό ξημέρωμα” είπε και έκλεισε.

Ξάπλωσα αναπαυτικά στις μαξιλάρες και το βλέμμα μου έμεινε για λίγο κολλημένο σε ένα σημείο της τζαμαρίας που υπήρχε μια αντανάκλαση ενός κεριού που έκαιγε κάπου στο δωμάτιο.
Σηκώθηκα νωχελικά και πήγα ξυπόλητος μέχρι το πάσο όπου είχα φτιάξει ένα μικρο μπαράκι. Έβαλα ένα southern και περίμενα τα παιδιά. Ξημέρωνε Σάββατο και κάτι μου έλεγε ότι θα αργούσα πολύ να κοιμηθώ εκείνο το βράδυ.

Σάββατο 21 Φεβρουαρίου 2009

chapter1,part 4

“έλα Χρήστο μου,” ακούστηκε η νυσταγμένη φωνή της και μ'εκανε να “ψαχτώ” στιγμιαία γιατί αυτό που άκουσα μου άρεσε τόσο πολύ.
“Σαράντα πέντε” απάντησα.
“Τι σαράντα πέντε; ποιος είναι; “
“Κώστας, απάντησα, αλλά αφού με βάφτισες Χρήστο πρέπει να μου πάρεις και παπουτσακια, γι αυτό σου λέω και το νούμερο για να μην κάνεις λάθος και τρέχουμε για αλλαγές.”
Το τηλεφώνημα πρέπει να την έβγαλε από κατάσταση περισυλλογής και να την ξάφνιασε ευχάριστα. Στο βάθος άκουγα ένα τραγούδι ενός καλλιτέχνη που θα εξελισσόταν σε μελλοντική μου αδυναμία, Μιχάλης Χατζηγιάννης. Πάντα απορούσα τι έβρισκαν στα κλαψιάρικα και καψουρικα τραγούδια του, αχ, που νάξερα!
“Θυμάσαι ,συνέχισα, που σου είπα πριν να πλύνεις δοντάκια καί να κοιμηθείς;”
Ένα “ναι” όλο απορία και με μια δόση προσμονής ακούστηκε.
“Άκυρα τα δοντάκια, πάρε σίδερο και σιδέρωσε γιατί αύριο έχεις ραντεβού για καινούργια δουλειά, μένει να κανονίσουμε τον μισθό, οπού εκεί θα κάνεις ότι σου πω χωρίς καμία εξαίρεση. Συμφωνείς;”
“εντάξη αλλά...”
“δεν έχει αλλά, ούτε επειδή, πάρε στιλο και γράφε”
“μισό λεπτό με έχεις αιφνιδιάσει”
“έτσι πρέπει αγάπη μου”, είπα παίρνοντας ύφος και προφορά Ψινάκη, “αν δεν αιφνιδιάσεις την γυναίκα και την αφήσεις να πάρει τα ηνία στα χέρια της τό'χασες το παιγνίδι, και μία που λέμε για παιγνίδι τι ομάδα είσαι, για νά'χουμε καλό ρώτημα;”
“φυσικά γαβρίνα, και τα γέλια της σκέπασαν τον Χατζηγιάννη που ήδη ειχε αρχίσει να μην ταιριάζει με το κλίμα που διαμορφωνόταν μέσα στο δωμάτιο της.
Της είπα το νούμερο του Βασίλη, προσπάθησα να της εξηγήσω την σχέση μου μαζί του,της εγγυήθηκα για το ακέραιο του χαρακτήρα του, ανταλλάξαμε τηλέφωνα,και δώσαμε ραντεβού τηλεφωνικό για την επόμενη μέρα το πρωί.
Κλείνοντας το κινητό πρόσεξα ότι η ώρα ειχε πάει δώδεκα παρά δέκα. Η Λίνα μάζευε ένα τραπέζι και ο Χρήστος κοίταγε γελώντας.
“Πάω πάνω, αδερφέ, δεν λέω τίποτα τώρα, όταν τελειώσετε τα λέμε να τα ακούει και η ξανθιά, να μην τα λέω δυο φορές”
“μμμμ ξανθιά ξανθιά αλλά πανέξυπνη ζακυνθινή, όχι σαν κάτι τρελλοκερκυραιους”
“ρε βλαμμενο , απάντησα, πόσες φορές στο'χω πει, το τρελάδικο το έχουμε για τους υπόλοιπους επτανήσιους γιατί έχουμε καλό κλίμα που κάνει καλό στους τρελλους.
Είμαστε ευγενείς και απόγονοι Ενετών. Εμάς Τούρκος δεν μας πάτησε. Άσε κοριτσάκι μου λοιπόν τα σούρδου- μούρδου και παραδέξου ότι παρακαλάς τον καλό Θεούλη να σε ειχε κάνει κερκυραία”.

Την άφησα να φτύνει γελώντας τον κόρφο της και ανέβηκα στο σπίτι περιμένοντας τους να τελειώσουν την δουλειά τους.
Λογικό να απορείτε αλλά εδώ πρέπει να κάνω μια παρένθεση και να εξηγήσω μερικά πράγματα.
Υπήρχε μια ιεροτελεστία που επαναλαμβανόταν όλο το καλοκαίρι μέχρι τον Δεκέμβριο.

Μοναδική εξαίρεση όταν υπήρχε στο σπίτι γυναίκα , η “ξέκολο”, η “τσουλάκι,” η “σπίτι δεν έχει να πάει”, κατά τους προσφιλείς χαρακτηρισμούς της ¨Λίνας.

Τρίτη 17 Φεβρουαρίου 2009

chapter 1, part 3

“κώτσο απ το πρωί που το ξέρει έχει σκάσει και δεν θέλει να στο πει, δεν είναι τίποτα του λέω αλλά αυτός το θεωρεί μεγάλο πράγμα γιατί δεν έχει μάθει να υποχρεώνεται”
“για λέγε με εσκασες”.
“η ξαδέρφη του η ελενη έχει μια κόρη την Aντα που σε ένα μήνα μείνει από δουλειά. Δουλεύει με οκτάμηνη σύμβαση που τον αυγουστο τελειώνει. Ο πατέρας της και όλοι μας ψάχνουμε να βρούμε δουλειά και δεν μπορούμε, και ο Χρήστος είπε, για την ακρίβεια εγώ το σκέφτηκα να σου το πούμε. Εσύ με τόσες γνωριμίες κάτι παραπάνω θα μπορούσες να κάνεις.”
Να πω την αλήθεια γέλασα γιατί περίμενα κάτι πολύ πιο σοβαρό να ακούσω. Βέβαια όταν εσύ έχεις εξασφαλίσει καλή δουλειά δεν πάει ο νους σου ότι για κάποιον άλλο αποτελεί κυρίαρχο θέμα.
“οκέι, είπα, τι ξέρει η κοπελίτσα και σε τι τομέα δουλεύει;”
“μισό λεπτό να έρθει ο Χρήστος που τα γνωρίζει καλύτερα, είπε και έκανε να πάει μέσα στο μαγαζί να τον φωνάξει, άλλα δεν χρειάστηκε γιατί βγήκε εκείνος έξω.


Με κοίταξε με ένα βλέμμα που μου ήρθε να βάλω τα γέλια.
“καλά ρε μούργο αυτό ήτανε και ζορίστηκες τόσο πολύ; σιγά το πράγμα. Θα βρούμε δουλειά της κοπελιάς μην αγχώνεσαι. Δεν μου λες καλή η Aντα;”
“άντε πάλι εκεί ο νους σου, δεν είναι για σένα, θα σπάσεις τα δόντια σου. Είναι ζόρικο μωρό”
“μωρό; πόσο μωρό, στα μάτια σου βλέπω τον εισαγγελέα η πάνω απ είκοσι;”
“τριάντα και μακρυά απ τα γούστα σου, ξανθό με κοντό μαλλί και όχι πάνω απ ένα και εβδομήντα που θες εσύ” μου είπε γελώντας και έχοντας πλέον απελευθερωθεί απ το άγχος της χάρης.
“για λέγε τώρα λεπτομέρειες, για την δουλειά να ξέρω κι εγώ τι και που να ψάξω”
“ και που θες να ξέρω, περίμενε μισό να της τηλεφωνήσω.”

“κάτσε βρε παλαβέ τηλεφωνείς αύριο, τι σε έπιασε βραδιάτικα” του είπα καθώς είχε αρχίσει να γίνεται ακατάλληλη η ώρα.
“σιγά μην την ενοχλήσουμε, δουλειά θα της βρούμε” είπε ενώ ήδη την είχε καλέσει.
“Αντα τι κάνεις κορίτσι μου;, Χρήστος εδώ, είμαι με ένα φίλο Κώστα τον λένε και...τί να σου λέω πάρε τον ίδιο να τα πείτε, είναι σαν να μιλάς μαζί μου, έχει πολλές γνωριμίες και θα βοηθήσει να σου βρούμε δουλειά” της είπε και μου έκανε πάσα το τηλέφωνο πριν προλάβω να το καταλάβω.
“καλησπέρα Αντα τι παλαβό ξάδερφο έχεις, πως τον αντέχεις δεν μου λες κι εμένα;”
“καλησπέρα , για να είμαστε ακριβείς κανονικά είναι θείος μου αλλά δεν το λέμε. Κύριε Κώστα σας ευχαριστώ πολύ για την προσπάθεια”
“γιατί με σκοτώνεις κοπελιά μου; άκου κύριε Κώστα, σκέτο Κώστα και δεν είναι ανάγκη να ευχαριστείς για τίποτα, πες μου τώρα τι ακριβώς κάνεις στην δουλειά που είσαι τώρα;”
“δουλεύω σε γαλακτοβιομηχανία στο τμήμα αποθήκης και διακίνησης, ελέγχω παραγγελίες, φορτηγά, δρομολόγια και είμαι ο συνδετικός κρίκος με το τμήμα πωλήσεων, σε ένα μήνα λήγει η σύμβαση μου και έχω μάθει ότι απ τις τρεις κοπέλες θα μείνει μόνο η μία κι εγώ δυστυχώς είμαι η πιο καινούργια.”
Όσο μιλούσε παρατήρησα κάτι που είχα καιρό να το νιώσω. Μια γλυκιά, πολύ γλυκιά ταχυπαλμία. Παράλληλα ο νους μου έτρεχε σε γνωστούς που μπορούσαν να βοηθήσουν, κι όπως έτρεχε την λίστα σταμάτησε σε ένα όνομα. Βασίλης.
“θα σου πω κάτι Αντα μου, απ την φύση μου είμαι θετικός άνθρωπος και έχω μάθει να μην σκέφτομαι την αποτυχία, γι αυτό σου λέω ότι μπορείς να κοιμηθείς ήσυχη και να βγάλεις απ το μυαλό σου ότι μπορεί να μείνεις έστω και μια μέρα άνεργη, πες και κάτι άλλο που δεν πρόλαβε να μου πει ο Χρήστος, που μένεις;”
“Νίκαια, πλατεία ελευθερίας και έχω και δικό μου αυτοκίνητο”
“Ωραία,τώρα σαν καλό κορίτσι βούρτσισε τα δοντάκια και ετοιμάσου να κοιμηθείς και να δεις ωραία όνειρα”
Αργότερα έμαθα ότι εκείνο το βράδυ ήτανε ένα απ τα λίγα βράδια στην μέχρι τότε ζωή της που κοιμήθηκε γελώντας και νοιώθοντας ανάμεικτα καλά, και γλυκά συναισθήματα.
Κλείνοντας το τηλέφωνο με την Αντα έψαξα και βρήκα το νούμερο του Βασίλη που μέχρι πριν από ένα μήνα ειμασταν συνάδελφοι στον ίδιο όμιλο και τώρα ήταν εμπορικός διευθυντής σε μία εταιρεία εισαγωγών εξαγωγών ψαριών.
Κοίταξα την ώρα.
Έντεκα παρά τέταρτο, όχι πολύ αργά για καλοκαίρι.
“έλα μπιλάκο ενοχλάω δεν ενοχλάω,” του είπα θέλοντας να προλάβω αρνητικά σχόλια για την ώρα.
“ενοχλάς ρε μαλάκα γιατί άσχετα από κάτι ρεμάλια που έχουν την πολυτέλεια κάθε βράδυ να κοιμούνται με διαφορετική γυναίκα, υπάρχουμε κι εμείς οι οικογενειάρχες που κοιμόμαστε νωρίς κάθε βράδυ με την ίδια,γαμώ την ατυχία μου, τι κάνεις ρε κώτσο; πώς και μας θυμήθηκες τέτοια ώρα;”
“Μπιλάκο θέλω , του τόνισα επιτακτικά με το θάρρος που είχαμε μεταξύ μας, να κάνεις το παν να βρούμε δουλειά σε μια πολύ φίλη μου, επιστρατεύεις γνωριμίες και σε είκοσι μέρες πρέπει να έχει δουλειά”
“όλα καλά αν μου πεις πόσο φίλη είναι, την πηδάς η θες να την πηδήξεις;” τα γέλια του ακόμα αντηχούν στα αυτιά μου. “έλα σοβαρά πες μου τι ψάχνουμε;”
Του εξήγησα την δουλειά της Αντας και την εργασιακή της εμπειρία και η απάντηση με άφησε άφωνο.
“ ο αιώνιος κωλόφαρδος κώτσος, σήμερα έβαλα αγγελία για τέτοια θέση, αν είναι όσο καλή λες πες της να έρθει αύριο να την δω.”
Τον ευχαρίστησα και υποσχέθηκα να περάσω απ το γραφείο του να πιούμε κανένα καφέ και να τα πούμε, γιατί σπίτι του δεν μπορούσα πλέον να πάω επειδή όλη η παρέα είχαμε φάει κόκκινη κάρτα από την γυναίκα του. Η αιτία ήταν η ημέρα της γιορτής του Βασίλη που τα είχαμε κάνει ωπα, καθώς την είχαμε πέσει σε όλες τις ελεύθερες φίλες της.
Είχα μια παράξενη έκφραση επιτυχίας στο πρόσωπό μου και ο Χρήστος με την Λίνα με κοίταγαν και περίμεναν να ακούσουν.
“έλα τι έγινε θα μας πεις; η θα μας σκάσεις;”
“Τι να γίνει ρε παιδιά, βρήκε δουλειά πες της”
“πες το εσύ,” και μου έδωσε το τηλέφωνο που ήδη καλούσε.

Δευτέρα 16 Φεβρουαρίου 2009

CHAPTER ONE part two

Μαζί με τον μονόλογο άδειασα και το πιάτο.
Ξάπλωσα αναπαυτικά στην καρέκλα και παίρνοντας την κλασική ελληνική στάση του κορεσμού, οπού μετά από ένα καλό γεύμα θυμόμαστε την πείνα του τρίτου κόσμου, άναψα ένα chesterfield. Τσιγάρο που κάπνιζα ανελλιπώς απ τα φοιτητικά μου χρόνια.
“Πασσακα μου, φύσηξα τον καπνό κάνοντας μια παύση θέλοντας να δημιουργήσω ατμόσφαιρα, ποτέ δεν ξέρεις πότε το κοντό και ροζ παχουλοκομψό ανθρωπάκι θα σε χτυπήσει με το βέλος του. Και ποτέ δεν ξέρεις με ποια μορφή. Μπορεί να είναι πιπίνιον, μπορεί νάναι καμία τριαντάρα ελαφρώς μεταχειρισμένη από δεύτερο, τρίτο χέρι και σε καλή κατάσταση, μπορεί να είναι ένας ωραίος άνδρας τύπου ΣΑΚΗΣ, και να σε οδηγήσει σε αλλαγή σεξουαλικής κατεύθυνσης, ποτέ δεν ξέρεις άλλα πάντα πρέπει να είσαι έτοιμος,γιαυτό πάω να κάνω ένα μπανάκι και επανέρχομαι δριμύτερος.” του είπα γελώντας και έκανα να σηκωθώ από την καρέκλα μου.
Άρπαξε αμέσως την πετσέτα που είχε στον ώμο του και την χτύπησε πάνω στο τραπέζι σε στυλ Ζήκος,. “κάτσε λίγο ακόμα και πας σε λίγο, σε θέλω και κάτι άλλο”.
Σαν να έπιασε το μάτι μου ένα νεύμα παρακίνησις της Λίνας προς τον Χρήστο, κάτι σαν “πες του το τώρα” μου φάνηκε και τελικά δεν είχα άδικο.
“ρε φίλε θέλω να σου ζητήσω μία χάρη αν μπορείς”
“καλά χαζός είσαι;” του απάντησα θιγμένος “τι τρέχει, τι πρόβλημα έχουμε, και σοβάρεψες έτσι; με αφήνεις τόση ώρα και λέω μαλακίες και δεν μιλάς; έλα πες τα στον θείο κωτσο.”

“δεν θα το έλεγα πρόβλημα , αλλά....να μωρέ σου έχω μιλήσει για την ξαδέρφη μου την Ελένη;”
“όχι τι παίζει; προξενιό μου κάνετε τώρα” ρώτησα γελώντας για να ελαφρύνω λιγάκι την ατμόσφαιρα.
Η ώρα εν τω μεταξύ ειχε περάσει και οι πελάτες είχαν αρχίσει να έρχονται. Ο Χρήστος χρειάστηκε να πάει στον πάγκο του και η Λίνα πήρε θέση και ανέλαβε να συνεχίσει. Το γεγονός είναι πως ενώ με τον Χρήστο μιλάγαμε σαν δυο καλοί φίλοι, με την Λίνα μιλάγαμε σαν αδέρφια, οπότε ήταν φυσιολογικό όταν ήρθε και έκατσε κοντά μου να την ρωτήσω πιο ανοικτά.
“Καλά μωρή χαζή είσαι; τι τρέχει και γιατί δεν με πήρες τηλέφωνο όλη μέρα αν είναι κάτι επείγον;”

Παρασκευή 13 Φεβρουαρίου 2009

chapter 1, part one




ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ


ΙΟΥΛΙΟΣ 2005




Ιούλιος 2005. Ημέρα Παρασκευή. Η ώρα ειχε πάει οχτωμιση. Όλοι είχαν φύγει από το γραφείο και ειχε αρχίσει για τα καλά να τρελαίνεται ο ήλιος και να παίζει με όλους τους δυνατούς συνδυασμούς χρωματικών αποχρώσεων.

Κοίταξα από το παράθυρο και είδα το παρκιγκ της εταιρείας σχεδόν άδειο.

Παρατηρούσα ένα ένα τα αυτοκίνητα και προσπαθούσα να καταλάβω ποιοι άλλοι μαλάκες καθόντουσαν και δούλευαν ιουλιο μήνα μέχρι τώρα. Κατέληξα ότι ειμασταν οι ίδιοι και οι ίδιοι. Έκλεισα τον υπολογιστή και αργά άρχισα να περπατάω τα πρώτα από τα διακόσια μέτρα που με χώριζαν μέχρι το αυτοκίνητο. Δεν ξέρω αν απότομα βάρυνε η τσάντα η, η ψυχολογία μου αλλά ξαφνικά ένοιωσα ότι κάτι έλλειπε από την ζωή μου σε μεγάλο βαθμό.


Είπα μερικές καληνυχτες και βρέθηκα να οδηγώ στην αγία μαρίνας -κορωπιου και να καταπίνω ένα ένα τα έντεκα χιλιόμετρα μέχρι να βγω στην παραλιακή. Εκεί ήταν που μου ήρθε μια διάθεση να μιλήσω στον εαυτό μου.


-είσαι σαράντα πια, έχεις μια καλή δουλειά, ένα ωραίο σπίτι ασχολείσαι με πιπίνια, πας μπουζούκια κάθε δεκαπέντε, πας κάθε μήνα, ταξιδάκια, γενικά καλοπερνάς αλλά χωρίς νόημα, που θα πάει αυτό;


Στο μυαλό μου ήρθε η εικόνα που είχα πάντα, και που με οδήγησε να κάνω το βήμα του γάμου, γάμου που διέκοψα την ύπαρξή του μετά από πάροδο πέντε χρονών.

Η εικόνα ήταν δυο τρία κουτσούβελα, μια γαμάτη μανούλα και εγώ κάπου εκεί κοντά να καμαρώνω. Δυστυχώς δεν καμάρωσα ποτέ και γι αυτό μετανιώνω. Φταίμε κι οι δυο που λέει και το τραγούδι.


-τι σε έπιασε τώρα μου λες; ρώτησε μια άλλη φωνή μέσα μου, γέλασα και σκέφτηκα ότι κάπως έτσι ξεκινάνε όσοι ακούνε φωνές και βλέπουν μυγάκια.


Δεν ξέρω αν σας έχει τύχει ποτέ να έχετε ένα καλό προαίσθημα γενικότερα, χωρίς κάτι συγκεκριμένο, απλά ρε παιδί μου να νοιώσεις ότι καλό θα σου συμβεί. Αυτό ένοιωσα μπαίνοντας στην παραλιακή και βλέποντας την θάλασσα. Τελικά το ζώδιο της παρθένου είναι ζώδιο του νερού; αν όχι, μαλακίες μας λένε οι πρωινατζουδες γιατί τρελαίνομαι για θάλασσα. Αυτός ήταν και ο κύριος λόγος που αποφάσισα να μετακομίσω προς παραλία μεριά, καθότι και ερασιτέχνης ψαράς.

Ήδη σκεφτόμουν το σαββατοκύριακο που ξημέρωνε και έκανα τα πρώτα σχέδια στο μυαλό μου.


Το κινητό άρχισε να χτυπάει στον ήχο του “η πιο καλή γκαρσόνα είμαι εγώ” και κατάλαβα ότι ήταν ο προσωπικός μου ψήστης και φίλος.

-έλα ρε αργείς; να βάλω να παίζει; ακούστηκε η φωνή του Χρήστου .

-βάλε κοτόπουλο και σε δέκα φτάνω.

-πάνω η κάτω;

-κάτω.

Το πάνω η κάτω ήταν ο δικός μας κώδικας . Πάνω σήμαινε στο σπίτι μου και ότι είμαι με γκόμενα, κάτω σήμαινε στο μαγαζί στο δικό μου τραπέζι και με τον φραπέ έτοιμο να με περιμένει.

Ισως το μοναδικό σουβλατζίδικο που έκανε και φραπέ.


Έφτασα Παλαιά Φώκαια και είδα τις ψαροταβέρνες να γεμίζουν σιγά σιγά.

Έβαλα το αυτοκίνητο μπροστά από την είσοδο της πολυκατοικίας ,και ανέβηκα γρήγορα, νοιώθοντας την ανάγκη να πετάξω από πάνω μου γραβάτες και πουκάμισα

και να κατέβω στον Χρήστο πριν πλακώσει δουλειά και δεν μπορούμε να μιλήσουμε.


Εδώ πρέπει να σας παρουσιάσω λίγο τον Χρηστάκη.

Δραπέτης απ την κόλαση της Αθήνας κι αυτός , με μια τέλεια οικογένεια, με μια γυναίκα και ένα γυιό άλλο πράγμα. Προσπαθούσε να χτίσει και να ζήσει το όνειρο του , πολεμιστής ετών 35, σκληρός χαρακτήρας με ψυχή και καρδιά που αμφιβάλω αν υπάρχει δεύτερος τέτοιος άνθρωπος.


Το μαγαζί του απ το σπίτι μου ήταν το πολύ πενήντα μέτρα. Το φραπεδάκι με περίμενε πάντα κατά περίεργο τρόπο, ότι ώρα και να έφτανα παγωμένο και τέλειο.

Γιατί αργήσαμε σήμερα;”

Αφού το ξέρεις ρε μούργο πάνω από όλα η δουλειά, μετά ο θρύλος και μετά όλοι οι άλλοι.”

Αυτή την μανία σου με το ποδόσφαιρο δεν μπορώ να την χωνέψω ρε φίλε, εγώ αν δω μπάλα στον δρόμο την πάω στο τμήμα γιατί την περνάω για νάρκη.”

Ποτέ δεν μπόρεσα να καταλάβω πώς ήταν δυνατόν να υπάρχει άντρας που να μην ασχολείται με το ποδόσφαιρο και να μην είναι και gay. Τι σκατά τόσο πολύ άλλαξαν οι άντρες;

Τι κάνουν τα αγόρια;” ακούστηκε η φωνή της Λίνας. Ερχόταν προς το μέρος μας κρατώντας μια μεγάλη πιατέλα με το κοτόπουλο μου .

γιά λέει τι έχουμε για σήμερα, είπε αφήνοντας το φαΐ μπροστά μου, θα έρθει καμία κοκόνα να γελάσουμε, η μόνοι μας θα την βγάλουμε το σαββατοκύριακο;”

ρε παιδιά αν σας πω τι έπαθα σήμερα θα αρχίσετε να γελάτε, αλλά μα την παναγία που λέει και ο πατέρας μου, όταν ερχόμουν με έπιασε μια νοσταλγία για γάμο και οικογένεια. Βαρέθηκα τις γκόμενες και τα πιπίνια, και πρέπει πλέον να κοιτάξω να φτιάξω κι εγώ κανένα κουτσούβελο.”

νααααααα μαλάκα και παραλίγο να σε πιστέψω” και με μια μεγαλόπρεπη μούντζα με στόλισε κανονικά.

να σε δω με γυναίκα και παιδιά, συνέχισε απτόητος, και εγώ θα πάρω διαρκείας στο Καραϊσκάκη”είπε γελώντας.


γιατί ρε δεν με έχεις ικανό να το κάνω;” απάντησα δήθεν θιγμένος

και ικανό σε έχω και πρέπει κάποτε να το κάνεις αλλά με τα μυαλά που κουβαλάς δεν το βλέπω να γίνεται γρήγορα έως καθόλου”.

Συνέχισε να μιλάει αλλά περιέργως είχα “φύγει” και τρώγοντας έβλεπα σε fast forward την περίοδο της ζωής μου με την Αννα που ήταν και είναι μέχρι τώρα η μόνη γυναίκα που κατάφερε να με οδηγήσει στα σκαλιά της εκκλησίας . Σα να προσπαθούσα να βρω τι είχε πάει λάθος σε αυτή την σχέση.

.....κι αν δεν απεξαρτηθείς απ'τα πιπίνια δεν πρόκειται να σε δούμε ούτε γαμπρό ούτε μπαμπά. Κατάλαβες η να κάνω και κακά;”


Μαζί με τον μονόλογο άδειασα και το πιάτο.

Τετάρτη 11 Φεβρουαρίου 2009

ΠΑΡΤΟ ΑΛΛΟΙΩΣ ΘΑ ΒΡΕΙΣ....


>Η ΩΡΑ ΠΟΥ ΤΟ BLOG ΔΙΚΑΙΩΝΕΙ ΤΟ ΟΝΟΜΑ ΤΟΥ ΚΑΙ ΤΟΝ ΛΟΓΟ ΠΟΥ ΔΗΜΙΟΥΡΓΗΘΗΚΕ.

ΑΠΟΦΑΣΙΣΑ ΝΑ ΘΕΣΩ ΣΤΗΝ ΚΡΙΣΗ ΣΑΣ ΤΗΝ ΠΡΩΤΗ ΜΟΥ ΣΥΓΓΡΑΦΙΚΗ ΠΡΟΣΠΑΘΕΙΑ.

ΒΕΒΑΙΑ ΟΦΕΙΛΩ ΝΑ ΠΩ ΟΤΙ ΤΑ ΓΕΓΟΝΟΤΑ ΕΙΝΑΙ ΑΛΗΘΙΝΑ ΚΑΙ ΕΧΟΥΝ ΠΑΣΠΑΛΙΣΤΕΙ ΜΕ ΛΙΓΗ ΕΩΣ ΑΡΚΕΤΗ ΦΑΝΤΑΣΙΑ(ΣΥΓΓΡΑΦΙΚΗ ΑΔΕΙΑ) ΓΙΑ ΝΑ ΑΠΟΚΤΗΣΕΙ ΤΟ ΚΕΙΜΕΝΟ ΜΙΑ ΠΙΟ ΡΟΜΑΝΤΙΚΗ ΥΠΟΣΤΑΣΗ. ΟΣΟ ΓΙΑ ΤΑ ΟΝΟΜΑΤΑ... ΜΗ ΤΟ ΧΕΣΟΥΜΕ ΕΝΤΕΛΩΣ.. ΒΕΒΑΙΑ ΚΑΙ ΤΑ ΕΧΩ ΑΛΛΑΞΕΙ.

ΕΠΙΛΕΓΩ ΤΗΝ ΗΜΕΡΑ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΒΑΛΕΝΤΙΝΟΥ ΓΙΑ ΝΑ ΚΑΝΩ ΚΑΙ ΤΟ ΕΦΕ ΜΟΥ, ΩΣ ΤΗΝ ΠΡΩΤΗ ΜΕΡΑ ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗΣ, ΚΑΙ ΚΑΘΕ ΜΕΡΑ ΘΑ ΑΚΟΛΟΥΘΕΙ Η ΣΥΝΕΧΕΙΑ..

ΜΕ ΑΠΕΙΡΗ ΕΚΤΙΜΗΣΗ ΚΑΙ ΣΕΒΑΣΜΟ
ΚΩΤΣΟΣ 43




www.partoalliosthabreis.blogspot.com
kotsos43-2008@all rights reserved
απαγορευεται μερικη η ολικη αναδημοσιευση του βιβλίου