Καθισμενος σε ενα καφενειο στο Μοναστηρακι , με το βλεμμα καρφωμενο στους περαστικους , προσπαθουσε να βρει το λαθος. Πως ειχαν ολα τοσο στραβα; Τοσο αναποδα; Οχι δεν εφταιγαν οι συγκυριες. Δεν ηταν αυτη η δικαιολογια που εψαχνε, γιατι δεν εψαχνε δικαιολογια. Ηξερε οτι ειχε κανει λαθος. Αλλα που; πως; πότε; Και τωρα επρεπε να αντιμετωπισει τις συνεπειες, για τις οποιες δεν ηταν ετοιμος. Δεν τις ειχε υπολογισει ποτε, μεσα στην αλαζονεια του και την σιγουρια του. Αυτος, ο μεγαλος, ο μεγιστος, ο αρχοντας οπως του αρεσε να αυτοαποκαλειται μεχρι τωρα. Ηταν ο μαγος των επιχειρησεων, ο σπεσιαλιστας των συγχωνευσεων, ο ανθρωπος που πρωθυπουργοι και υπουργοι παρακαλουσαν για ενα του τηλεφωνημα, η μια φωτο γραφια μαζι του. Και τωρα...απο αυριο δεν θα θελει να τον ξερει κανεις.
Ο ηχος του κινητου του τον εβγαλε στιγμιαια απο τις σκεψεις του. Κοιταξε μεσα απο τα γυαλια της πρεσβυωπιας ποιος τον καλουσε. Ηταν ο οδηγος του.
«κυριε Γιάννη, τελειωσατε; Να ερθω να σας πάρω;»
«οχι παιδι μου, παρε ρεπο για την υπολοιπη μερα.», «σιγουρα κύριε; Δεν σας ακουω καλά.» «σε παρακαλω κανε αυτο που σου λεω». Τους ειχε διωξει ολους σημερα απο κοντα του. Τους ανθρωπους της προσωπικης του ασφαλειας, τον οδηγο, δεν ειχε παει στο γραφειο, αντιθετα ειχε παει να παραλαβει ενα φακελο απο ενα δικηγορικο γραφειο, το μεγαλυτερο της χωρας. Ενα φακελο που τον γυρισε μια ζωη πισω. Για την ακριβεια εικοσιπεντε χρονια πισω. Και μεμιας καταστρεψε τα παντα.
Ανοιξε για μια ακομα φορα τον χαρτοφυλακα του και εβγαλε τον φακελο που ειχε παρει σημερα το πρωι απο το δικηγορικο γραφειο.
Με τα χερια του να τρεμουν , εβγαλε την επιστολη που ειχε μεσα και την ξαναδιαβασε. Γραμμα προς γραμμα, λεξη προς λεξη.
Λονδινο 10/9/2009.
Πολυαγαπημενε μου Γιάννη.
Ισως σε ξαφνιαζει ο τροπος που επελεξα να σε αποχαιρετησω μετα απο εικοσι πεντε χρονια, αλλα υπηρξες ο μοναδικος αντρας στην ζωη μου και στην καρδια μου. Ο τροπος που χωρισαμε δεν ηταν ο πιο ρομαντικος η ο πιο κομψος , αλλα για μενα παρεμεινες ο Γιάννης που μου ειχε υποσχεθει οτι θα γερασουμε μαζι. Τοσα χρονια σε παρακολουθουσα, ετσι οπως ανεβαινες , και χαιρομουν λες και το ζουσαμε μαζι. Ψεμματα λεω. Το ζουσαμε μαζι μονο που εσυ δεν το ηξερες. Καθε μερα σου μιλουσα καθε μερα σε καμαρωνα, καθε μερα σε σκεφτομουν. Εβλεπα και την οικογενεια σου, και καμαρωνα και τον γυιο σου. Μου θυμιζει εσενα.Παντρευτηκα κι εγω , εναν αξιολογο ανθρωπο, τον ξερεις, αλλα δυστυχως, χωρισαμε γρηγορα.
Θα ηθελα να σε εχω διπλα μου αυτες τις τελευταιες στιγμες μου, αλλα δεν ειχα το θαρρος να στο ζητησω και να σου πω αυτο που θελω να σου πω χρονια τωρα. Το γραμμα εχει εντολη ο δικηγορος μου να στο παραδωσει αφου εχω φυγει απο αυτη την ζωη.δυστυχως καποιες ασθενειες δεν πολεμουντε οσα λεφτα και να εχεις. Θυμασαι που μου ελεγες οτι αν ηθελες κατι απο τον Θεο αυτο ηταν μια κορουλα; Λοιπον ο Θεός σε ακουσε τοτε. Οχτω μηνες μετα τον χωρισμο μας ηρθε στην ζωη μου ενας πανεμορφος αγγελος που της εδωσα το ονομα Ιωάννα. Δυο χρονια μετα παντρευτηκα τον γυιο του επιχειρηματια Παπαιωανου, ο οποιος αγαπησε και υιοθετησε το παιδι μας. Τα τελευταια δυο χρονια ζει μαζι του στην Αθηνα. Οποτε τωρα ξερεις οτι η Ιωάννα Παπαιωαννου ειναι κορη σου και το γραμμα αυτο αποτελει την καλυτερη αποδειξη. Θελω να κανεις τα παντα γι αυτη την κοπελα, με τον τροπο που εσυ ξερεις. Χωρις να φαινεσαι. Θελω να εισαι ο φυλακας αγγελος της.
Ο πατριος της ειναι καλος ανθρωπος και δεν μου αρεσει που διαβαζω οτι εισαστε δηλωμενοι εχθροι. Δεν ειναι αναγκη να παρεις κι αυτη την εταιρεια, οσο και αν ειναι στρατηγικης σημασιας. Σε παρακαλω να θυμασαι την κορη μας. ΤΗΝ ΚΟΡΗ ΣΟΥ.
Σε αγαπω.
Γιώτα
Διπλωσε με μεγαλη προσοχη το γραμμα και το ξαναβαλε στον φακελλο. Ζητησε ενα καφε ακομα και ανοιξε την εφημεριδα που ειχε μπροστα του. Ο κεντρικος τιτλος ειχε μεταμορφωθει σε μαχαιρι που σημαδευε την καρδια του.
«ΝΕΚΡΟΣ Ο ΒΙΟΜΗΧΑΝΟΣ ΠΑΠΑΙΩΑΝΝΟΥ ΚΑΙ Η ΚΟΡΗ ΤΟΥ.» Και μετα ακολουθουσε το κειμενο. Θυμα της ολοενα αυξανομενης εγκληματικοτητας επεσε σημερα τα χαραματα ο γνωστος βιομηχανος και η κορη του, καθως την ωρα που γυριζαν απο κοινωνικη εκδηλωση δεχτηκαν επιθεση απο κουκουλοφορους ληστες. Στην προσπαθεια τους να αντιδρασουν, οι ληστες απαντησαν με πυροβολισμους που αποδειχτηκαν μοιραιοι και για τους δυο.
Θυμηθηκε τον διαλογο που ειχε με τον γυιο του πριν απο μια εβδομαδα στο γραφειο του.
«κατι πρεπει να κανουμε με τον Παπαιωννου. Αντιδρα συνεχεια και παει κοντρα σε ολοκληρο διοικητικο συμβουλιο . οι αλλοι θελουν να ερθουν μαζι μας, αυτος λεει οτι δεν πουλαει το μεριδιο του.», «πατέρα ασε με να τον φοβησω λιγο». «πως;» « τι πως; Ολοι φοβουνται μπροστα σε ενα οπλο». «προσεξε, το μονο που δεν θελω ειναι μπλεξιματα τετοιου ειδους. Κανε οτι κανεις αλλα να φαινεται τυχαιο.»
«πατερα στραβωσε η δουλεια αλλα ευτυχως δεν φαινομαστε πουθενα. Τα σκατωσαν οι δικοι μου.» του ειπε σημερα το πρωι καθως ξυπνησε και του εδειξε την εφημεριδα. «ας προσεχε», απαντησε με τον κυνισμο που τον διεκρινε.
Κοιταξε ξανα τον φακελο. Μια μερα νωριτερα να ειχε ερθει στα χερια του και ολα θα ηταν πολυ διαφορετικα τωρα. Μια μερα.
Γυρισε τον λευκο φακελλο απο την αναποδη και πανω του εγραψε:
ΕΙΜΑΙ Ο ΙΩΑΝΝΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ ΚΑΙ ΕΒΑΛΑ ΤΟΝ ΓΥΙΟ ΜΟΥ ΝΑ ΣΚΟΤΩΣΕΙ ΤΗΝ ΚΟΡΗ ΜΟΥ.
Εβγαλε απο το πορτοφολι του ενα χαρτονομισμα των εκατο ευρω. Πληρωσε τον σερβιτορο και δεν πηρε ρεστα.
Σηκωσε καποιους φακελλους που ειχε στον ανοιχτο χαρτοφυλακα και πηρε ενα περιστροφο που ειχε παντα μαζι του. Η τελευταια σκεψη του πριν πατησει την σκανδαλη ηταν η Γιώτα, και ο εγωισμος του._
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου